Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φιλεγκώμιος
φιλέθειρος
φιλειδήμων
φιλεκαγαθία
φιλελεήμων
φιλελευθέριος
φιλελεύθερος
φιλέλλην
φίλελπις
φιλέμπορος
φιλενδεικτέω
φιλένδοξος
φιλένθεος
φιλέντολος
φιλέξοδος
φιλέορτος
φιλεπαινος
φιλεπίστήμων
φιλεπίστροφος
φιλεπιτιμητής
φιλεπίτιμος
View word page
φιλενδεικτέω
to be fond of showing off

ShortDef

to be fond of showing off

Debugging

Headword:
φιλενδεικτέω
Headword (normalized):
φιλενδεικτέω
Headword (normalized/stripped):
φιλενδεικτεω
IDX:
93962
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93963
Key:

Data

{'content': 'to be fond of showing off'}