Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φιλαργυρέω
φιλαργυρία
φιλάργυρος
φιλάρετος
φιλαριστείδης
φιλαριστοτέλης
φιλάρματος
φιλάρπαξ
φιλαρσάκης
φιλάρτεμις
φιλάρχαιος
φιλαρχέω
φιλαρχία
φιλαρχιάω
φιλαρχικός
φίλαρχος
φιλάρχων
φιλασκητής
φιλαστράγαλος
φιλαστρόλογος
φιλάσωτος
View word page
φιλάρχαιος
fond of what is old, fond of antiquity

ShortDef

fond of what is old, fond of antiquity

Debugging

Headword:
φιλάρχαιος
Headword (normalized):
φιλάρχαιος
Headword (normalized/stripped):
φιλαρχαιος
IDX:
93929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93930
Key:

Data

{'content': 'fond of what is old, fond of antiquity'}