Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φθόνος
φθορά
φθορεῖον
φθορεύς
φθορηγενής
φθορικός
φθόριμος
φθόριος
φθοροποιέω
φθοροποιός
φθόρος
φθορώδης
φθοώδης
φιάλα
φιάλη
φιαληφόρος
φιαλίτης
φιάλλω
φιαλοβωμός
φιαλοειδής
φιαλομαντεία
View word page
φθόρος
a pestilent fellow
ShortDef
a pestilent fellow
Debugging
Headword:
φθόρος
Headword (normalized):
φθόρος
Headword (normalized/stripped):
φθορος
IDX:
93826
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93827
Key:
Data
{'content': 'a pestilent fellow'}