Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντιφυλακή
ἀντιφυλάσσω
ἀντιφυσάω
ἀντιφυτεύω
ἀντιφύω
Ἀντιφῶν
ἀντιφωνέω
ἀντιφώνησις
ἀντιφωνητής
ἀντίφωνος
ἀντιφωτίζομαι
ἀντιφωτισμός
ἀντιχαίνω
ἀντιχαίρω
ἀντιχαλεπαίνω
ἀντιχαλκεύω
ἀντιχαρίζομαι
ἀντίχαρις
ἀντιχασμάομαι
ἀντίχειρ
ἀντίχειρον
View word page
ἀντιφωτίζομαι
to be directly exposed to light

ShortDef

to be directly exposed to light

Debugging

Headword:
ἀντιφωτίζομαι
Headword (normalized):
ἀντιφωτίζομαι
Headword (normalized/stripped):
αντιφωτιζομαι
IDX:
9380
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9381
Key:

Data

{'content': 'to be directly exposed to light'}