Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντιφράζω
ἀντίφραξις
ἀντίφρασις
ἀντιφράσσω
ἀντιφραστικῶς
ἀντιφρίσσω
ἀντιφυλακή
ἀντιφυλάσσω
ἀντιφυσάω
ἀντιφυτεύω
ἀντιφύω
Ἀντιφῶν
ἀντιφωνέω
ἀντιφώνησις
ἀντιφωνητής
ἀντίφωνος
ἀντιφωτίζομαι
ἀντιφωτισμός
ἀντιχαίνω
ἀντιχαίρω
ἀντιχαλεπαίνω
View word page
ἀντιφύω
to be of contrary nature

ShortDef

to be of contrary nature

Debugging

Headword:
ἀντιφύω
Headword (normalized):
ἀντιφύω
Headword (normalized/stripped):
αντιφυω
IDX:
9374
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9375
Key:

Data

{'content': 'to be of contrary nature'}