Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φῆμις
φημοσύνη
φήνη
φήρ
Φηραί
φήρεα
Φηρητιάδης
φηρομανής
Φῆστος
φθάνω
φθάρμα
φθαρσία
φθαρτικός
φθαρτός
φθαστέον
φθέγγομαι
φθεγκτικός
φθεγκτός
φθέγμα
φθεγματικός
φθέγξις
View word page
φθάρμα
corruption, outcast

ShortDef

corruption, outcast

Debugging

Headword:
φθάρμα
Headword (normalized):
φθάρμα
Headword (normalized/stripped):
φθαρμα
IDX:
93744
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93745
Key:

Data

{'content': 'corruption, outcast'}