Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φεύζω
φευκτέον
φευκτέος
φευκτιάω
φευκτικός
φευκτός
φευξείω
φευξιπ
φεψαλόομαι
φέψαλος
φεψάλυξ
φέως
φή
φήγινος
φηγός
φηγότευκτος
φηγών
φήληξ
φηλητεύω
φηλητής
φῆλος
View word page
φεψάλυξ
spark, piece of embers (something negligible)
ShortDef
spark, piece of embers (something negligible)
Debugging
Headword:
φεψάλυξ
Headword (normalized):
φεψάλυξ
Headword (normalized/stripped):
φεψαλυξ
IDX:
93715
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93716
Key:
Data
{'content': 'spark, piece of embers (something negligible)'}