Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φερωνυμία
φερώνυμος
φετιάλιοι
φεῦ
φεύγυδρος
φεύγω
φεύζω
φευκτέον
φευκτέος
φευκτιάω
φευκτικός
φευκτός
φευξείω
φευξιπ
φεψαλόομαι
φέψαλος
φεψάλυξ
φέως
φή
φήγινος
φηγός
View word page
φευκτικός
inclined to avoid

ShortDef

inclined to avoid

Debugging

Headword:
φευκτικός
Headword (normalized):
φευκτικός
Headword (normalized/stripped):
φευκτικος
IDX:
93709
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93710
Key:

Data

{'content': 'inclined to avoid'}