Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φερεστάφυλος
φερέσταχυς
φερεστέφανος
φερετρεύομαι
φερέτριος
φέρετρον
Φέρης
φέρμα
φερνή
φερνίζω
φέρνιον
φέροικος
φερόλβιος
φέροπλος
Φερρεφάττιον
φέρτατος
φέρτερος
φερτός
φέρω
φερωνυμέομαι
φερωνυμία
View word page
φέρνιον
fish-basket
ShortDef
fish-basket
Debugging
Headword:
φέρνιον
Headword (normalized):
φέρνιον
Headword (normalized/stripped):
φερνιον
IDX:
93689
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93690
Key:
Data
{'content': 'fish-basket'}