Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φερέπολις
φερεπονέω
φερεπονία
φερέπονος
φερέπτερος
φερεπτόλεμος
φερέσβιος
φερεσσακής
φερεστάφυλος
φερέσταχυς
φερεστέφανος
φερετρεύομαι
φερέτριος
φέρετρον
Φέρης
φέρμα
φερνή
φερνίζω
φέρνιον
φέροικος
φερόλβιος
View word page
φερεστέφανος
bringing victory

ShortDef

bringing victory

Debugging

Headword:
φερεστέφανος
Headword (normalized):
φερεστέφανος
Headword (normalized/stripped):
φερεστεφανος
IDX:
93681
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93682
Key:

Data

{'content': 'bringing victory'}