Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φεννῆσι
φεννησία
φεννίον
φένω
Φεραί
Φεραῖος
φεράλιος
φερανθής
φέρασπις
φεραυγής
φερβήτης
φέρβω
φερεαυγής
φερέβοτρυς
φερέγγυος
φερεγλαγής
φερέζυγος
φερέζωος
φερέκακος
φερέκαρπος
φερεκλεής
View word page
φερβήτης
herdsman
ShortDef
herdsman
Debugging
Headword:
φερβήτης
Headword (normalized):
φερβήτης
Headword (normalized/stripped):
φερβητης
IDX:
93651
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93652
Key:
Data
{'content': 'herdsman'}