Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φενακισμός
φενακιστικός
φέναξ
Φένεος
φεννῆσι
φεννησία
φεννίον
φένω
Φεραί
Φεραῖος
φεράλιος
φερανθής
φέρασπις
φεραυγής
φερβήτης
φέρβω
φερεαυγής
φερέβοτρυς
φερέγγυος
φερεγλαγής
φερέζυγος
View word page
φεράλιος
bringing sunshine

ShortDef

bringing sunshine

Debugging

Headword:
φεράλιος
Headword (normalized):
φεράλιος
Headword (normalized/stripped):
φεραλιος
IDX:
93647
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93648
Key:

Data

{'content': 'bringing sunshine'}