Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φέβομαι
φεγγοβολέω
φέγγος
φέγγω
φεῖ
φειδαλφιτέω
Φειδιακός
Φειδίας
φείδομαι
φειδομένως
φειδός
φειδώ
φειδωλία
φειδωλός
φείδων
Φειδωνίδης
φειδώς
φεισμονή
φειστέον
φειστέος
φέκλη
View word page
φειδός
sparing, thrifty
ShortDef
sparing, thrifty
Debugging
Headword:
φειδός
Headword (normalized):
φειδός
Headword (normalized/stripped):
φειδος
IDX:
93611
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93612
Key:
Data
{'content': 'sparing, thrifty'}