Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Φαῦστος
φάψ
φάω
Φαώνιος
φέβομαι
φεγγοβολέω
φέγγος
φέγγω
φεῖ
φειδαλφιτέω
Φειδιακός
Φειδίας
φείδομαι
φειδομένως
φειδός
φειδώ
φειδωλία
φειδωλός
φείδων
Φειδωνίδης
φειδώς
View word page
Φειδιακός
made by Phidias
ShortDef
made by Phidias
Debugging
Headword:
Φειδιακός
Headword (normalized):
φειδιακός
Headword (normalized/stripped):
φειδιακος
IDX:
93607
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93608
Key:
Data
{'content': 'made by Phidias'}