Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φατός2
φατριά
φαττάγης
φάττιον
φαυλεπίφαυλος
φαυλίζω
φαύλιος
φαύλισμα
φαυλίστρια
Φάϋλλος
φαυλόβιος
φαυλόνους
φαυλορρημόνως
φαῦλος
φαυλότης
φαυλουργός
φαῦσιγξ
φαῦσις
φαυστήρ
Φαῦστος
φάψ
View word page
φαυλόβιος
living disreputably

ShortDef

living disreputably

Debugging

Headword:
φαυλόβιος
Headword (normalized):
φαυλόβιος
Headword (normalized/stripped):
φαυλοβιος
IDX:
93588
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93589
Key:

Data

{'content': 'living disreputably'}