Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φατός
φατός2
φατριά
φαττάγης
φάττιον
φαυλεπίφαυλος
φαυλίζω
φαύλιος
φαύλισμα
φαυλίστρια
Φάϋλλος
φαυλόβιος
φαυλόνους
φαυλορρημόνως
φαῦλος
φαυλότης
φαυλουργός
φαῦσιγξ
φαῦσις
φαυστήρ
Φαῦστος
View word page
Φάϋλλος
Phayllus
ShortDef
Phayllus
Debugging
Headword:
Φάϋλλος
Headword (normalized):
φάϋλλος
Headword (normalized/stripped):
φαυλλος
IDX:
93587
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93588
Key:
Data
{'content': 'Phayllus'}