Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φάτνη
φατνίζομαι
φατνίον
φατνόω
φάτνωμα
φατνωματικός
φάτνωσις
φατνωτός
φατός
φατός2
φατριά
φαττάγης
φάττιον
φαυλεπίφαυλος
φαυλίζω
φαύλιος
φαύλισμα
φαυλίστρια
Φάϋλλος
φαυλόβιος
φαυλόνους
View word page
φατριά
brother's wife

ShortDef

brother's wife

Debugging

Headword:
φατριά
Headword (normalized):
φατριά
Headword (normalized/stripped):
φατρια
IDX:
93579
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93580
Key:

Data

{'content': "brother's wife"}