Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φάτις
φάτνα
φατνεύω
φάτνη
φατνίζομαι
φατνίον
φατνόω
φάτνωμα
φατνωματικός
φάτνωσις
φατνωτός
φατός
φατός2
φατριά
φαττάγης
φάττιον
φαυλεπίφαυλος
φαυλίζω
φαύλιος
φαύλισμα
φαυλίστρια
View word page
φατνωτός
coffered

ShortDef

coffered

Debugging

Headword:
φατνωτός
Headword (normalized):
φατνωτός
Headword (normalized/stripped):
φατνωτος
IDX:
93576
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93577
Key:

Data

{'content': 'coffered'}