Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φάσαξ
φασγανίς
φάσγανον
φασγανουργός
φασγάνω
Φάσηλις
φασηλοειδής
φάσηλος
Φασιανός
φασιανός
φάσιμος
φάσις
Φᾶσις
φάσις2
φασκάς
φασκία
φάσκον
φάσκω
φάσκωλος
φάσμα
φασματιάω
View word page
φάσιμος
denounced, informed against
ShortDef
denounced, informed against
Debugging
Headword:
φάσιμος
Headword (normalized):
φάσιμος
Headword (normalized/stripped):
φασιμος
IDX:
93543
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93544
Key:
Data
{'content': 'denounced, informed against'}