Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Φάρσαλος
φάρσος
φαρσοφόρος
φάρσωμα
φαρυγγοτομία
φαρυγίνδην
φάρυγξ
φάσαξ
φασγανίς
φάσγανον
φασγανουργός
φασγάνω
Φάσηλις
φασηλοειδής
φάσηλος
Φασιανός
φασιανός
φάσιμος
φάσις
Φᾶσις
φάσις2
View word page
φασγανουργός
forging swords

ShortDef

forging swords

Debugging

Headword:
φασγανουργός
Headword (normalized):
φασγανουργός
Headword (normalized/stripped):
φασγανουργος
IDX:
93536
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93537
Key:

Data

{'content': 'forging swords'}