Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φαρμακτός
φαρμακώδης
φαρμακών
φάρμαξις
φαρμάσσω
Φαρνάβαζος
Φαρνάκειος
Φαρνάκης
Φαρνάσπης
Φαρνοῦχος
φάρξις
φᾶρος
Φάρος
φάρος
φάρος2
Φαρσάλιος
Φάρσαλος
φάρσος
φαρσοφόρος
φάρσωμα
φαρυγγοτομία
View word page
φάρξις
fencing

ShortDef

fencing

Debugging

Headword:
φάρξις
Headword (normalized):
φάρξις
Headword (normalized/stripped):
φαρξις
IDX:
93520
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93521
Key:

Data

{'content': 'fencing'}