Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φάρμακος
φαρμακοτρίβης
φαρμακοφόρος
φαρμακόω
φαρμακτός
φαρμακώδης
φαρμακών
φάρμαξις
φαρμάσσω
Φαρνάβαζος
Φαρνάκειος
Φαρνάκης
Φαρνάσπης
Φαρνοῦχος
φάρξις
φᾶρος
Φάρος
φάρος
φάρος2
Φαρσάλιος
Φάρσαλος
View word page
Φαρνάκειος
of Pharnaces

ShortDef

of Pharnaces

Debugging

Headword:
Φαρνάκειος
Headword (normalized):
φαρνάκειος
Headword (normalized/stripped):
φαρνακειος
IDX:
93516
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93517
Key:

Data

{'content': 'of Pharnaces'}