Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φαρμακόεις
φαρμακοθήκη
φαρμακόμαντις
φάρμακον
φαρμακοποιέω
φαρμακοποιία
φαρμακοποιός
φαρμακοποσία
φαρμακοποτέω
φαρμακοπωλέω
φαρμακοπώλης
φαρμακός
φάρμακος
φαρμακοτρίβης
φαρμακοφόρος
φαρμακόω
φαρμακτός
φαρμακώδης
φαρμακών
φάρμαξις
φαρμάσσω
View word page
φαρμακοπώλης
a dealer in drugs

ShortDef

a dealer in drugs

Debugging

Headword:
φαρμακοπώλης
Headword (normalized):
φαρμακοπώλης
Headword (normalized/stripped):
φαρμακοπωλης
IDX:
93504
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93505
Key:

Data

{'content': 'a dealer in drugs'}