Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φαντασιοκοπέω
φαντασιοκόπος
φαντασιοπλήκτως
φαντασιόω
φάντασις
φαντασιώδης
φάντασμα
φαντασμάτιον
φαντασμός
φανταστής
φανταστικός
φανταστός
φαντικός
φαντός
φάντωρ
Φανώ
φάος
φαοστασία
φάρ
φαραγγίτης
φαραγγόω
View word page
φανταστικός
able to produce the appearance of something

ShortDef

able to produce the appearance of something

Debugging

Headword:
φανταστικός
Headword (normalized):
φανταστικός
Headword (normalized/stripped):
φανταστικος
IDX:
93442
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93443
Key:

Data

{'content': 'able to produce the appearance of something'}