Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φανητιασμός
Φάννιος
φανόπτης
φανός
φανός2
Φανοσθένης
Φανοτεύς
φανότης
φάνσις
φαντάζομαι
φαντάζω
φαντασία
φαντασιάζομαι
φαντασιαστής
φαντασιαστικός
φαντασιοκοπέω
φαντασιοκόπος
φαντασιοπλήκτως
φαντασιόω
φάντασις
φαντασιώδης
View word page
φαντάζω
make visible, present to the eye

ShortDef

make visible, present to the eye

Debugging

Headword:
φαντάζω
Headword (normalized):
φαντάζω
Headword (normalized/stripped):
φανταζω
IDX:
93427
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93428
Key:

Data

{'content': 'make visible, present to the eye'}