Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φανερότης
φανερόφιλος
φανερόω
φανέρωσις
φανερωτής
φανή
φανητιασμός
Φάννιος
φανόπτης
φανός
φανός2
Φανοσθένης
Φανοτεύς
φανότης
φάνσις
φαντάζομαι
φαντάζω
φαντασία
φαντασιάζομαι
φαντασιαστής
φαντασιαστικός
View word page
φανός2
a torch
ShortDef
light, bright
a torch
Debugging
Headword:
φανός2
Headword (normalized):
φανός
Headword (normalized/stripped):
φανος2
IDX:
93421
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93422
Key:
Data
{'content': 'a torch'}