Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φαλλικός
φαλλοβάτης
φαλλός
φάλος
φαλός
φαλωτός
φαμί
φαμιλία
φαμιλιάριος
φαμιστός
Φαναί
φαναῖος
φάναξ
φανάπτης
φανδόν
φανερομισής
φανερόμισος
φανεροποιέω
φανεροποίησις
φανερός
φανερότης
View word page
Φαναί
Phanae
ShortDef
Phanae
Debugging
Headword:
Φαναί
Headword (normalized):
φαναί
Headword (normalized/stripped):
φαναι
IDX:
93401
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93402
Key:
Data
{'content': 'Phanae'}