Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φαλίπτει
φάλκης
φαλκίδιον
φαλλαγωγεῖον
φαλλαγωγία
φάλλαινα
φαλληφορέω
Φαλληφόρια
φαλλικός
φαλλοβάτης
φαλλός
φάλος
φαλός
φαλωτός
φαμί
φαμιλία
φαμιλιάριος
φαμιστός
Φαναί
φαναῖος
φάναξ
View word page
φαλλός
phallus, figure of a phallus

ShortDef

phallus, figure of a phallus

Debugging

Headword:
φαλλός
Headword (normalized):
φαλλός
Headword (normalized/stripped):
φαλλος
IDX:
93393
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93394
Key:

Data

{'content': 'phallus, figure of a phallus'}