Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φαληριάω
Φαληρικός
Φάληρον
Φάληρος
Φαλῆς
φαλῆς
φαλιόπους
φαλίπτει
φάλκης
φαλκίδιον
φαλλαγωγεῖον
φαλλαγωγία
φάλλαινα
φαλληφορέω
Φαλληφόρια
φαλλικός
φαλλοβάτης
φαλλός
φάλος
φαλός
φαλωτός
View word page
φαλλαγωγεῖον
platform

ShortDef

platform

Debugging

Headword:
φαλλαγωγεῖον
Headword (normalized):
φαλλαγωγεῖον
Headword (normalized/stripped):
φαλλαγωγειον
IDX:
93386
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93387
Key:

Data

{'content': 'platform'}