Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φάκοψις
φακώδης
φάκωσις
φακωτός
φαλαγγάρχης
φαλαγγαρχία
φαλαγγηδόν
φαλαγγιάω
φαλαγγιόδηκτος
φαλάγγιον
φαλαγγιόπληκτος
φαλαγγίτης
φαλαγγιτικός
φαλαγγομαχέω
φαλαγγομάχης
φαλαγγόω
φαλάγγωμα
φαλάγγωσις
φαλαγκτήριον
φάλαγξ
φαλαίκειον
View word page
φαλαγγιόπληκτος
stung by a venomous spider

ShortDef

stung by a venomous spider

Debugging

Headword:
φαλαγγιόπληκτος
Headword (normalized):
φαλαγγιόπληκτος
Headword (normalized/stripped):
φαλαγγιοπληκτος
IDX:
93342
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93343
Key:

Data

{'content': 'stung by a venomous spider'}