Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φάκιον
Φάκιον
φακοειδής
φακόμελι
φακοπτισάνη
φακοπώλιον
φακός
Φακουσιακός
φάκοψις
φακώδης
φάκωσις
φακωτός
φαλαγγάρχης
φαλαγγαρχία
φαλαγγηδόν
φαλαγγιάω
φαλαγγιόδηκτος
φαλάγγιον
φαλαγγιόπληκτος
φαλαγγίτης
φαλαγγιτικός
View word page
φάκωσις
a being freckled

ShortDef

a being freckled

Debugging

Headword:
φάκωσις
Headword (normalized):
φάκωσις
Headword (normalized/stripped):
φακωσις
IDX:
93334
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93335
Key:

Data

{'content': 'a being freckled'}