Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φαινίνδα
Φαίνιππος
φαινόλη
φαινόλις
φαινομένως
φαινομηρίς
φαινόπους
φαινοπροσωπέω
φαινοῦκλον
φαῖνοψ
φαίνω
φαίνων
φαιός
φαιουρός
φαιοχίτων
φακεινοπώλιον
φάκελος
φακεψός
φακῆ
φάκηλος
φακιάλιον
View word page
φαίνω
to bring to light, make to appear
ShortDef
to bring to light, make to appear
Debugging
Headword:
φαίνω
Headword (normalized):
φαίνω
Headword (normalized/stripped):
φαινω
IDX:
93311
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93312
Key:
Data
{'content': 'to bring to light, make to appear'}