Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φαιδρός
Φαῖδρος
φαιδρότης
φαιδρυντής
φαιδρυντικός
φαιδρύντρια
φαιδρύνω
φαιδρωπός
Φαίδων
Φαίηκες
φαικάς
φαικάσιον
φαίκλα
Φαινέας
φαινίνδα
Φαίνιππος
φαινόλη
φαινόλις
φαινομένως
φαινομηρίς
φαινόπους
View word page
φαικάς
a white shoe
ShortDef
a white shoe
Debugging
Headword:
φαικάς
Headword (normalized):
φαικάς
Headword (normalized/stripped):
φαικας
IDX:
93297
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93298
Key:
Data
{'content': 'a white shoe'}