Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φαιδρόνους
φαιδρόομαι
φαιδρός
Φαῖδρος
φαιδρότης
φαιδρυντής
φαιδρυντικός
φαιδρύντρια
φαιδρύνω
φαιδρωπός
Φαίδων
Φαίηκες
φαικάς
φαικάσιον
φαίκλα
Φαινέας
φαινίνδα
Φαίνιππος
φαινόλη
φαινόλις
φαινομένως
View word page
Φαίδων
Phaedo

ShortDef

Phaedo

Debugging

Headword:
Φαίδων
Headword (normalized):
φαίδων
Headword (normalized/stripped):
φαιδων
IDX:
93295
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93296
Key:

Data

{'content': 'Phaedo'}