Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φαιδροείμων
φαιδρόνους
φαιδρόομαι
φαιδρός
Φαῖδρος
φαιδρότης
φαιδρυντής
φαιδρυντικός
φαιδρύντρια
φαιδρύνω
φαιδρωπός
Φαίδων
Φαίηκες
φαικάς
φαικάσιον
φαίκλα
Φαινέας
φαινίνδα
Φαίνιππος
φαινόλη
φαινόλις
View word page
φαιδρωπός
with bright, joyous look

ShortDef

with bright, joyous look

Debugging

Headword:
φαιδρωπός
Headword (normalized):
φαιδρωπός
Headword (normalized/stripped):
φαιδρωπος
IDX:
93294
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93295
Key:

Data

{'content': 'with bright, joyous look'}