Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φάζαινα
φαζάλη
Φαίαξ
φαίαξ
Φαίδιμος
φαίδιμος
Φαίδρα
Φαιδριάδες
φαιδροείμων
φαιδρόνους
φαιδρόομαι
φαιδρός
Φαῖδρος
φαιδρότης
φαιδρυντής
φαιδρυντικός
φαιδρύντρια
φαιδρύνω
φαιδρωπός
Φαίδων
Φαίηκες
View word page
φαιδρόομαι
to beam with joy

ShortDef

to beam with joy

Debugging

Headword:
φαιδρόομαι
Headword (normalized):
φαιδρόομαι
Headword (normalized/stripped):
φαιδροομαι
IDX:
93286
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93287
Key:

Data

{'content': 'to beam with joy'}