Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φάβα
φάβα2
φαβατάριον
φαβάτινος
Φάβιος
φαβοκτόνος
φαβοτύπος
Φαβωρῖνος
φαγᾶς
Φάγγων
φαγέδαινα
φαγεδαινικός
φαγεδαινόομαι
φαγεῖν
φαγέσωρος
φάγημα
φαγήσια
φάγιλος
φαγολοίδορος
φαγός
φάγος
View word page
φαγέδαινα
cancerous sore, canker

ShortDef

cancerous sore, canker

Debugging

Headword:
φαγέδαινα
Headword (normalized):
φαγέδαινα
Headword (normalized/stripped):
φαγεδαινα
IDX:
93252
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93253
Key:

Data

{'content': 'cancerous sore, canker'}