Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑψιχαίτας
ὑψιχαίτης
ὑψίων
ὑψόθεν
ὑψόθι
ὕψοι
ὑψοκράτωρ
ὑψόροφος
ὕψος
ὑψόσε
ὑψοταπείνωμα
ὑψοτάτω
ὑψοῦ
ὑψόφθαλμος
ὑψόφωνος
ὑψόω
ὕψωμα
ὕψωσις
ὑψωτής
ὑψωτικός
ὕω
View word page
ὑψοταπείνωμα
variation of fortune, vicissitude
ShortDef
variation of fortune, vicissitude
Debugging
Headword:
ὑψοταπείνωμα
Headword (normalized):
ὑψοταπείνωμα
Headword (normalized/stripped):
υψοταπεινωμα
IDX:
93225
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93226
Key:
Data
{'content': 'variation of fortune, vicissitude'}