Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑψίτερος
ὑψιτέχνης
ὑψίτυχος
ὑψιφαής
ὑψιφανής
ὑψιφοίτης
ὑψιφόρητος
ὑψίφρων
ὑψιχαίτας
ὑψιχαίτης
ὑψίων
ὑψόθεν
ὑψόθι
ὕψοι
ὑψοκράτωρ
ὑψόροφος
ὕψος
ὑψόσε
ὑψοταπείνωμα
ὑψοτάτω
ὑψοῦ
View word page
ὑψίων
loftier
ShortDef
loftier
Debugging
Headword:
ὑψίων
Headword (normalized):
ὑψίων
Headword (normalized/stripped):
υψιων
IDX:
93217
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93218
Key:
Data
{'content': 'loftier'}