Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑψιτενής
ὑψιτένων
ὑψίτερος
ὑψιτέχνης
ὑψίτυχος
ὑψιφαής
ὑψιφανής
ὑψιφοίτης
ὑψιφόρητος
ὑψίφρων
ὑψιχαίτας
ὑψιχαίτης
ὑψίων
ὑψόθεν
ὑψόθι
ὕψοι
ὑψοκράτωρ
ὑψόροφος
ὕψος
ὑψόσε
ὑψοταπείνωμα
View word page
ὑψιχαίτας
with high piled hair

ShortDef

with high piled hair

Debugging

Headword:
ὑψιχαίτας
Headword (normalized):
ὑψιχαίτας
Headword (normalized/stripped):
υψιχαιτας
IDX:
93215
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93216
Key:

Data

{'content': 'with high piled hair'}