Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑψίπεδος
ὑψιπέτας
ὑψιπέτηλος
ὑψιπετής
ὑψιπέτης
ὑψίπολις
ὑψίπολος
ὑψίπορος
ὑψιπότητος
ὑψίπους
ὑψίπρυμνος
ὑψίπρῳρος
Ὑψιπύλη
ὑψίπυλος
ὑψίπυργος
ὑψίστολος
ὕψιστος
ὑψιτέλεστος
ὑψιτενέω
ὑψιτενής
ὑψιτένων
View word page
ὑψίπρυμνος
with high stern
ShortDef
with high stern
Debugging
Headword:
ὑψίπρυμνος
Headword (normalized):
ὑψίπρυμνος
Headword (normalized/stripped):
υψιπρυμνος
IDX:
93196
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93197
Key:
Data
{'content': 'with high stern'}