Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑψινεφής
ὑψίνομος
ὑψίνοος
ὑψιπαγής
ὑψίπεδος
ὑψιπέτας
ὑψιπέτηλος
ὑψιπετής
ὑψιπέτης
ὑψίπολις
ὑψίπολος
ὑψίπορος
ὑψιπότητος
ὑψίπους
ὑψίπρυμνος
ὑψίπρῳρος
Ὑψιπύλη
ὑψίπυλος
ὑψίπυργος
ὑψίστολος
ὕψιστος
View word page
ὑψίπολος
soaring on high
ShortDef
soaring on high
Debugging
Headword:
ὑψίπολος
Headword (normalized):
ὑψίπολος
Headword (normalized/stripped):
υψιπολος
IDX:
93192
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93193
Key:
Data
{'content': 'soaring on high'}