Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑψίκομπος
ὑψικραν[ά]εσσα
ὑψικρατέω
ὑψικρεμής
ὑψίκρημνος
ὑψίκροτος
ὑψίλοφος
ὑψίλυχνος
ὑψιμέδων
ὑψιμέλαθρος
ὑψινεφής
ὑψίνομος
ὑψίνοος
ὑψιπαγής
ὑψίπεδος
ὑψιπέτας
ὑψιπέτηλος
ὑψιπετής
ὑψιπέτης
ὑψίπολις
ὑψίπολος
View word page
ὑψινεφής
dwelling high in the clouds
ShortDef
dwelling high in the clouds
Debugging
Headword:
ὑψινεφής
Headword (normalized):
ὑψινεφής
Headword (normalized/stripped):
υψινεφης
IDX:
93182
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93183
Key:
Data
{'content': 'dwelling high in the clouds'}