Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑφηνιοχέω
ὑφηνίοχος
ὑφήσσων
ὑφιδρόω
ὑφιδρύω
ὑφιέρεια
ὑφιζάνω
ὑφίζησις
ὑφίζω
ὑφίημι
ὑφικάνω
ὑφίσταμι
ὑφίστημι
ὑφοδόω
ὑφόλμιον
ὑφόρασις
ὑφορατέον
ὑφοράω
ὑφορβέω
ὑφορβός
ὑφορθόω
View word page
ὑφικάνω
to steal over
ShortDef
to steal over
Debugging
Headword:
ὑφικάνω
Headword (normalized):
ὑφικάνω
Headword (normalized/stripped):
υφικανω
IDX:
93087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93088
Key:
Data
{'content': 'to steal over'}