Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑφήγησις
ὑφηγητέον
ὑφηγητής
ὑφηγητικός
ὑφήλιος
ὕφημαι
ὑφημιόλιος
ὑφηνιοχέω
ὑφηνίοχος
ὑφήσσων
ὑφιδρόω
ὑφιδρύω
ὑφιέρεια
ὑφιζάνω
ὑφίζησις
ὑφίζω
ὑφίημι
ὑφικάνω
ὑφίσταμι
ὑφίστημι
ὑφοδόω
View word page
ὑφιδρόω
perspire slightly

ShortDef

perspire slightly

Debugging

Headword:
ὑφιδρόω
Headword (normalized):
ὑφιδρόω
Headword (normalized/stripped):
υφιδροω
IDX:
93080
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93081
Key:

Data

{'content': 'perspire slightly'}