Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄβλαστος
ἄβλαυτος
ἀβλεμής
ἀβλεννής
ἀβλεπτέω
ἀβλέπτημα
ἀβλέφαρος
ἀβλεψία
Ἄβληρος
ἀβλής
ἄβλητος
ἀβληχής
ἀβληχρής
ἀβληχρός
ἀβοηθησία
ἀβοήθητος
ἀβοηθί
ἀβοητί
ἀβόητος
ἀβολέω
ἀβολητύς
View word page
ἄβλητος
not hit

ShortDef

not hit

Debugging

Headword:
ἄβλητος
Headword (normalized):
ἄβλητος
Headword (normalized/stripped):
αβλητος
IDX:
92
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93
Key:

Data

{'content': 'not hit'}