Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὕσσωπος
Ὑστάσπης
ὑστάτιος
ὑστέρα
ὑστεραῖος
ὑστεραλγής
ὑστεραλγία
ὑστερέω
ὑστέρημα
ὑστέρησις
ὑστερησμός
ὑστερητικός
ὑστερίζω
ὑστερικός
ὑστέριος
ὑστεροβουλία
ὑστερογενής
ὑστερογονία
ὑστερολόγος
ὑστερόμαντις
ὑστερομηνία
View word page
ὑστερησμός
arrears

ShortDef

arrears

Debugging

Headword:
ὑστερησμός
Headword (normalized):
ὑστερησμός
Headword (normalized/stripped):
υστερησμος
IDX:
92982
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92983
Key:

Data

{'content': 'arrears'}