Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ὕσπορος
ὕσσακος
ὑσσός
ὑσσωπίτης
ὕσσωπος
Ὑστάσπης
ὑστάτιος
ὑστέρα
ὑστεραῖος
ὑστεραλγής
ὑστεραλγία
ὑστερέω
ὑστέρημα
ὑστέρησις
ὑστερησμός
ὑστερητικός
ὑστερίζω
ὑστερικός
ὑστέριος
ὑστεροβουλία
ὑστερογενής
View word page
ὑστεραλγία
pains in the womb

ShortDef

pains in the womb

Debugging

Headword:
ὑστεραλγία
Headword (normalized):
ὑστεραλγία
Headword (normalized/stripped):
υστεραλγια
IDX:
92978
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92979
Key:

Data

{'content': 'pains in the womb'}