Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπωπιασμός
ὑπώπιον
ὑπώπιος
ὑπώρεια
ὑπώρειος
ὑπωρόφιος
ὑπώροφος
ὑπωρυχία
ὕπωχρος
ὕραξ
ὑράξ
ὑριχός
Ὑρκανία
Ὑρκάνιος
Ὑρκανός
Ὕρτακος
Ὕρτιος
ὕρχη
ὕς
ὗς
ὗς2
View word page
ὑράξ
promiscuously
ShortDef
promiscuously
Debugging
Headword:
ὑράξ
Headword (normalized):
ὑράξ
Headword (normalized/stripped):
υραξ
IDX:
92942
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92943
Key:
Data
{'content': 'promiscuously'}