Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποψαύω
ὑποψάω
ὑποψεκάζω
ὑποψελλίζω
ὑποψεύδομαι
ὑποψηνίζω
ὑποψήφισις
ὑποψήχω
ὑποψία
ὑποψιαστικῶς
ὑποψιθυρίζω
ὑποψιθύρισμα
ὑπόψιλος
ὑπόψιος
ὑποψοφέω
ὑπόψυχρος
ὑποψύχω
ὑποψωνέω
ὑποψωρώδης
ὑπτιάζω
ὑπτίασμα
View word page
ὑποψιθυρίζω
whisper softly

ShortDef

whisper softly

Debugging

Headword:
ὑποψιθυρίζω
Headword (normalized):
ὑποψιθυρίζω
Headword (normalized/stripped):
υποψιθυριζω
IDX:
92907
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92908
Key:

Data

{'content': 'whisper softly'}